Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2017

Ήταν κάποτε... Καινούργιο

Ένα όμορφο ποίημα κόσμημα ψυχής και καρδιάς, γραμμένο από τη συμπατριώτισσά μας και δασκάλα Κατερίνα Μπαχάρη - Κουτσουνά! Δημοσιεύθηκε στο Fb στις 23 Ιανουαρίου 2017 με πολλές και όμορφες κριτικές! Μία όμορφη τέτοια κριτική, την παραθέτω της Μαρίας Δαγρέ. Όπως λέει και η ίδια η Κατερίνα τα όμορφα πράγματα πρέπει να τα μοιράζεσαι και με άλλους ανθρώπους! Έτσι έκρινα σκόπιμο να το μοιραστώ και εγώ μαζί σας. Θεωρώ και δημοσιεύω αυτό το αριστούργημα και για έναν άλλο λόγο! Θα ήθελα να εξάρω την προσπάθεια, ανθρώπων του χωριού μας "της Μοφκίτσας" που ασχολούνται με αυτό,  με την ευχή να μας εκπλήσσουν πάντα υπέροχα! Κατερίνα μας σε ευχαριστούμε πολύ!
Ένα έργο τέχνης διακοσίων ετών, μουσειακό κομμάτι, που βγήκε στην κυριολεξία από τα σκουπίδια!
Αυτό δεν το δημιούργησα εγώ, όπως καταλαβαίνετε, όμως η ιστορία του είναι καταδική μου!

Απολαύστε το!
"Μια φορά κι έναν καιρό....ήταν μια κόρη λυγερή, κόρη ξανθομαλλούσα, π´άστραφτε σαν καθότανε, βροντούσε σαν περπάτα ! Όλου του κόσμου ο χρυσός, κοσμούσε τα μαλλιά της, κι όλα τα ρόδα, τα πουλιά ,μέσα στην αγκαλιά της!
Κοιτά τον ήλιο ,την αυγή, το γιόμα και τη δύση!
Όνειρα κάμνει ολημερίς, όνειρα μέρες κι ώρες!
Πλάθει ιστορίες προσμονής, πλάθει και παραμύθι!
Το παραμύθι τ´ς άκουσε κι ήρθε σιμά στ´αυτί της, κάτι της εψιθύρισε, κάτι της απεκρίθη!
Με μιας σηκώθηκεν η νια, φουριόζα και κεφάτη!
Ερόδισαν τα μάγουλα, τα χείλη εκκοκινήσαν!
Εντύθηκεν, στολίστηκεν και σιγοτραγουδούσε!
Την άκουσεν η μάνα της, την πλάνεψε με λόγια:
Τι έχεις εσύ κορούλα μου, λαφίνα μου, καρδιά μου!
Για πού καλή μ´στολίστηκες, για πού καλή μου στέργεις;
-Εκοίταξε τη μάνα της με βλέμμα πονηράδας.
Σα να τηνε κατάλαβε η μάνα κι αποσιώπα, μα η κόρη όλο γλυκύτητα, η κόρη όλο νάζι:
-Ήρθε, μανούλα μου καλή, ήρθε η καλή μου μοίρα και μ´απεκρίθη μάνα μου, προικιά να ετοιμάσω!
Έτοιμα είναι τα προικιά, έτοιμα και τα ρούχα!
Καλώς νά ´ρθει κορούλα μου, καλώς να περπατήσει, στης αφεντιάς σου την καρδιά, χρυσή καρδιά ν´αφήσει!
Βελούδο είχε στα χέρια του, βελούδα στο ταγάρι και του έλειπε το κέντημα, το χρυσοκεντημένο!
Είπε πως είναι της καρδιάς, σ´αυτήν τόχει ταγμένο !Άνοιξε το ταγάρι του, έβγαλε το βελούδο έβγαλε το μεταξωτό, τις μεταξοβελόνες, τον κόθρο, τις μεταξωτές κλωστές τις συρματένιες, τ´ακούμπησε στα γόνατα, με γνέφει και με λέει:
Όταν θα βγει ο Αυγερινός και βασιλέψει η πούλια, όταν το σεληνόφωτο τριάντα στροφές γυρίσει, κι έρθω κι εγώ ξανά σε σε, να τόχεις τελειωμένο!
Το βέλος του ,αφού έριξε στην τρυφερή καρδιά της και την εμάτωσεν με μιας και την οικειοποιήθη, βιτσιά δίνει τ´αλόγου του, το σύννεφο τον παίρνει κι αφήνει πίσω τη γλυκειά την προσμονή στην κόρη.
Η κόρη εχάθη στ´όνειρο, η κόρη απεκοιμήθη.
Ροδιά της παρουσιάστηκεν, ροδιά γεμάτη ρόδια, λαχταριστά χρυσόροδα με ανθούρια για γιρλάντα. Έγινε ξάφνου η ροδιά όμορφη, πανωραία ! Βαστά μολύβι και χαρτί και ζωγραφιά της δίνει! 
Απλώνει καταπάνω της το μαγικό ραβδί της. Χρυσόσκονη τη γιόμισε, ευχές και προκομάρα!
Πετάχτηκεν η κοπελιά, σαν αστραπή επετάχτη! 
Άρπαξε το μεταξωτό το σκέδιο, τη βελόνα, πήρε και τη χρυσοκλωστή κι άρχισε να κεντάει!
Αέρας στα χεράκια της, φτερά στα όνειρά της!
Κεφάλι δεν εσήκωνεν κι ο χρόνος εκυλούσε, μα το γεμιστοπλούμιδο κέντημα δεν τελούσεν!
Μέτραγεν τους Αυγερινούς, μέτραγεν και τις Πούλιες!
Η τελευταία ήτανε, η μέρα που θα ´ρχόταν, ο πρίγκιπας ο μορφονιός να τηνε καμαρώσει.
Κέντησε τα χρυσόροδα, κέντησε τα λουλούδια. Πλέκει νταντέλα όμορφη, νταντέλα κοπανέλι. Την έραψε στις άκριες του, το πλούμισε περίσσεια !
Έγειρε η μέρα έγειρε και η κόρη αποτελειώθη ! Μα δεν εβαρυγκώμισε και δεν τα παρατάει !
Θέλει να φτιάξει το σκοινί, τις φούντες και τους κόμπους!
-Σήκω τρυγόνα μ´να χαρείς, σήκω να ξαποστάσεις. Σήκω να μοσκοβολιστείς και τ´άσπρα να φορέσεις! Η Πούλια πάει να φανεί και συ δε θα τελέψεις;
Έβγαλεν αναστεναγμόν η κόρη κι εφοβήθη, εκοίταξε τον ουρανόν που βγάζει ωραίον άστρον.Δυο δάκρυα εκυλήσανε στα ροδομάγουλά της!
Και ´κει που η κόρη ελίγωσε κι εθόλωσεν ο νους της, βλέπει σύννεφο να ´ρχεται απάνω καταπάνω!
Βλέπει τον νέο στ´άλογο, τον βλέπει αρματωμένο.
Κρατάει ολόχρυσο σκοινί ολόχρυσο γιορντάνι.
Παίρνει απ´ το χέρι της τη νια και τηνε σταίνει ολόρθη!
Πέπλο βάζει το κέντημα και ζώνη το γιορντάνι.
Της βάζει αστέρια στα μαλλιά και λούλουδα στα χέρια!
Της δίνει ολόζεστο φιλί ,την πιάνει από τη μέση.
Ζωντάνεψε η κοπελιά, τόνε φιλά κι εκείνη!
Η μάνα της την ευλογά και το σταυρό της κάμνει.
Με την ευχή μου κόρη μου, παιδιά ,κόρες κι αγγόνια!
Μπροστά η Πούλια κι ο στρατός των αστεριών αντάμα ,το ζεύγος οδηγήσανε στο νυφικό κρεβάτι!
Ήρθανε χρόνοι για παιδιά, για κόρες για εγγόνια, ήρθαν και για δισέγγονα όμορφα παλληκάρια!
Επέρασ´ η ζωούλα της μέσ´σε χαρές και λύπες!
Έφυγε ,πίσω αφήνοντας το χρυσοκέντημά της!
Πήραν το κόρη, νύφες της κι εκάμαν τη δουλειά τους, μα δεν το τίμησε καμμιά το χρυσοκέντημά της!
Κουβάρι το εκάμανε και στα παιδιά το δώκαν, μπάλα να παίζουνε μ´αυτό, τρελής ο κόπος ήταν!
Έτσι την αποκάλεσαν τη χιλιοχρυσοχέρα !
Το ´παιξαν τα παιδόπουλα το χιλιοβασανίσαν. Σα να μην έφτανε αυτό σε τενεκέ το ερίξαν.
Το βλέπει κόρη, επίσκεψη επάαινε να κάμει! Μέσα στα σκουπιδόχαρτα κοιτάει και κάτι λάμπει!
Ρωτάει αν είναι κέντημα, γιατί ´ναι πεταμένο!
Της νόνας είναι, προ προ γιαγιάς κι είναι τσαλακωμένο.
Στο νου να το πετάξετε τόχετε το καημένο;
Να τ´αγοράσω θα ´θελα αν είν´μελετημένο!
Σκύβει σιμά στον τενεκέ το χαρτογεμισμένο, παίρνει με περιφρόνηση το κέντημα το χιλιολερωμένο !
Κουβάρι τόκαμε με μιας και πεταχτό το στέλνει στην αγκαλιά μου την πλατειά, όπου το περιμένει!
Ο θησαυρός στην πόρτα μου, μωρό τραυματισμένο!
Είπα μεγάλο ευχαριστώ και το φευγιό βιασμένο.
Πήγα στο σπίτι, τ´άπλωσα, το κοίταξα με λύπη και κάθε τρύπα, μολυβιά ,μου ετρύπαγε τα στήθη!
Το ´πλυνα, το κανάκεψα, τραγούδι του είπα ένα, τη χρυσοχέρα προγιαγιά μνημόνευσα για μένα!
Τώρα ,το δίνω και σε σας, να το ευχαριστηθείτε και να το καμαρώσετε, γιατί άλλο κανένα!
Μοναδικό ,παντοτινά κι είναι απ´ τα περασμένα!"
Κατερίνα Κουτσουνά
Ευχαριστώ και ελπίζω ότι το μήκος της ιστορίας-ποιήματος δεν θα είναι πρόβλημα!
Το έγραψα μέσα σε λίγες ώρες κατ´ ευθείαν εδώ και θα ήθελα να δημοσιευτεί, όχι τόσο για μένα, αλλά για το ίδιο το κειμήλιο, που όμοιό του δεν υπάρχει!
Έψαχνα να βρω χειροποίητο μεταξωτό του αργαλειού, όμοιο ή παρόμοιο για να το αντιγράψω, λόγω της φθοράς που έχει υποστεί, αλλά μου είπαν ότι πλέον δε βγαίνουν μεταξωτά σε αργαλειούς με τέτοια καλούπια! Μου πρότειναν δε να τους το πουλήσω για πολλά λεφτά, αλλά δεν δέχτηκα! Το θεωρώ κειμήλιο της δικής μου γιαγιάς ,μνημονεύοντας τη γυναίκα που με ενέπνευσε αυτή τη στιγμή να γράψω ένα ποίημα για να τιμήσω τα χέρια της, τον κόπο της, τη μνήμη της!
Ας είναι ευλογημένη! Θα ζητήσω δε από τους απογόνους μου, όταν γι αυτούς δε θα έχει αξία, να το προσφέρουν στο Εθνικό Μουσείο να κοσμεί μια προθήκη, η οποία θα καμαρώνει για το δυσεύρετο απόκτημά της!
Υ.Γ. Αποφάσισα να κάνω την ανάρτηση, γιατί πιστεύω πως τα ωραία πράγματα, πρέπει να τα μοιράζεσαι με τους άλλους ανθρώπους.
 Μαρία Δαγρέ Βρήκα στο χρονολόγιό σου, Κατερίνα, το ποίημα για το εργόχειρο, αυτό το έργο τέχνης διακοσίων ετών και το διάβασα, με προσοχή! Το διάβασα πολλές φορές, γιατί ήθελα να το χορτάσω! Δεν σου κρύβω, ότι μου άρεσε πάρα πολύ! Το βρίσκω ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ! Μου θύμισε, παλιά δημοτικά τραγούδια, γραμμένα σε δεκαπεντασύλλαβο, όπως: "Το γεφύρι της Άρτας ", " Του νεκρού αδερφού ". Τα συγκεκριμένα ποιήματα, τα διάβαζε, με πολλή αγάπη, η μάνα μου και δάκρυζε, πάντα! Τόσο πολύ της άρεσαν! Παρ΄ότι λες, ότι είναι γραμμένο κατ' ευθείαν στο fb, χωρίς καμία επεξεργασία, φανερώνει ότι από μέσα σου ξεπήδησε, σαν χείμαρρος, ένα αξεπέραστο ταλέντο συναισθημάτων, που κατά τη γνώμη μου, αν το καλλιεργήσεις, θα μας δώσεις γλυκούς χυμούς και όμορφα διαμάντια! Κατερίνα, με συγκίνησες, διαβάζοντας την ιστορία, της όμορφης ξανθομαλλούσας κόρης, που με περισσή χάρη και αγάπη, κεντούσε με χίλια δυο πλουμίδια, το εργόχειρο, κάνοντας όνειρα και περιμένοντας, να έρθει το παλικάρι, να την πάρει μαζί του! Η πλοκή του ποιήματος, είναι εντυπωσιακή και οι εικόνες εναλλάσσονται η μία την άλλη, συνεχώς και αβίαστα! Έχεις μεγάλη ικανότητα, στην αφήγηση και συνεχώς, καθώς διάβαζα, το ποίημα, μου κέντριζες την περιέργεια, για το τι , θα γίνει παρακάτω! Φτάνοντας, στο τέλος της ιστορίας, ένιωσα άπειρη λύπη και άμετρη οργή, για την τύχη αυτού του κεντήματος, που με τόση αγάπη και πλάθοντας τόσα όνειρα, είχε φτιάξει, η πανώρια κόρη! Δυστυχώς, οι νέοι και οι νέες, σήμερα, δεν μπορούν να εκτιμήσουν την αξία, αυτών των θαυμαστών θησαυρών, που αποτελούν κειμήλια και είναι η πολιτιστική μας κληρονομιά! Ευτυχώς, όμως, Κατερίνα μου, που έφτασε στα χέρια σου, αυτός ο πολύτιμος θησαυρός και θα τύχει της δέουσας προσοχής και αγάπης! Αυτό, που σκέφτηκες, να το προσφέρουν τα εγγόνια σου, στο Εθνικό Μουσείο, είναι ό,τι καλύτερο και χαίρομαι πολύ!!! Έτσι, θ' αναπαυτεί ήσυχα η ψυχούλα, της ξανθομαλλούσας κόρης κι από εκεί ψηλά, που είναι, θα χαμογελά ευχαριστημένη, βλέποντας το έργο, που έφτιαξε με τόση αγάπη, να κοσμεί μια προθήκη του Μουσείου και τους επισκέπτες, να περνούν και νο το θαυμάζουν!